3,274,313
edits
(4) |
(2) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐλάτινος:''' [ᾰ], Επικ. [[εἰλάτινος]], <i>-η</i>, <i>-ον</i> ([[ἐλάτη]]), αυτός που είναι από [[ξύλο]] έλατου, Λατ. [[abiegnus]], σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.· φτιαγμένος από [[έλατο]] ή πευκόξυλο, σε Ομήρ. Οδ., Ευρ. | |lsmtext='''ἐλάτινος:''' [ᾰ], Επικ. [[εἰλάτινος]], <i>-η</i>, <i>-ον</i> ([[ἐλάτη]]), αυτός που είναι από [[ξύλο]] έλατου, Λατ. [[abiegnus]], σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.· φτιαγμένος από [[έλατο]] ή πευκόξυλο, σε Ομήρ. Οδ., Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐλάτῐνος:''' эп. [[εἰλάτινος]] 2 (ᾰ) еловый (ὄζοι Hom., Eur.; [[ἱστός]] Hom.; πλάται Eur.). | |||
}} | }} |