Anonymous

ἐπιήρανος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιήρᾰνος:''' -ον ([[ἦρα]]),·<br /><b class="num">I.</b> [[ευχάριστος]], [[ευπρόσδεκτος]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που επικουρεί, βοηθά, συνδράμει [[εναντίον]], με γεν., σε Ανθ.· αυτός που υπερασπίζεται, προστατεύει, αυτός που απωθεί, αποκρούει, που διοικεί, επίσης με γεν., στον ίδ.
|lsmtext='''ἐπιήρᾰνος:''' -ον ([[ἦρα]]),·<br /><b class="num">I.</b> [[ευχάριστος]], [[ευπρόσδεκτος]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που επικουρεί, βοηθά, συνδράμει [[εναντίον]], με γεν., σε Ανθ.· αυτός που υπερασπίζεται, προστατεύει, αυτός που απωθεί, αποκρούει, που διοικεί, επίσης με γεν., στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιήρᾰνος:''' <b class="num">1)</b> приятный, желанный: ἐ. θυμῷ Hom. нравящийся, по душе;<br /><b class="num">2)</b> покровительствующий: ἐ. ἀκόντων Anth. хранящий от копий;<br /><b class="num">3)</b> направляющий, ведущий ([[καλῶν]] ἔργων Emped.; Ἀθηναίων ἐ. [[Τριτογένεια]] Anth.).
}}
}}