Anonymous

ἔποψις: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔποψις:''' -εως, ἡ, [[θέα]], [[εικόνα]], [[άποψη]], [[προοπτική]], ἐπ' [[ὅσον]] ἐπ. τοῦ ἱροῦ εἶχε, τόσο [[μακριά]] όσο έφθανε η [[θέα]] από τον ναό, σε Ηρόδ.· <i>τὴν ἔποψιν τῆς ναυμαχίας ἔχειν</i>, έχω [[εικόνα]], [[βλέπω]] τη [[ναυμαχία]], σε Θουκ.
|lsmtext='''ἔποψις:''' -εως, ἡ, [[θέα]], [[εικόνα]], [[άποψη]], [[προοπτική]], ἐπ' [[ὅσον]] ἐπ. τοῦ ἱροῦ εἶχε, τόσο [[μακριά]] όσο έφθανε η [[θέα]] από τον ναό, σε Ηρόδ.· <i>τὴν ἔποψιν τῆς ναυμαχίας ἔχειν</i>, έχω [[εικόνα]], [[βλέπω]] τη [[ναυμαχία]], σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔποψις:''' εως ἡ вид, кругозор: τὴν ἔποψιν τῆς ναυμαχίας ἔχειν Thuc. иметь перед собой картину морского сражения; ἐπ᾽ [[ὅσον]] ἡ ἔ. τοῦ ἱροῦ εἶχε Her. насколько простирался вид из храма; καταοτῆναι εἰς ἔποψίν τινος Plut. стать на виду у кого-л.; ἐκτὸς εἶναι τῆς ἐπόψεως Plat. быть вне поля зрения.
}}
}}