Anonymous

εὐανθέω: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐανθέω:''' λουλουδιάζω ή [[ανθίζω]], σε Λουκ.
|lsmtext='''εὐανθέω:''' λουλουδιάζω ή [[ανθίζω]], σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''εὐανθέω:''' быть в цвету, цвести (προϊόντες διὰ λειμῶνος εὐανθοῦντος - v. l. εὐανθοῦς Luc.).
}}
}}