3,274,246
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὐεξία:''' ἡ ([[ἕξις]]), [[καλή]] [[κατάσταση]] του σώματος, [[καλή]] [[κατάσταση]] της υγείας, [[ευρωστία]], σε Πλάτ.· γενικά, [[ρώμη]], [[σφρίγος]], θαλερότητα, στον ίδ. | |lsmtext='''εὐεξία:''' ἡ ([[ἕξις]]), [[καλή]] [[κατάσταση]] του σώματος, [[καλή]] [[κατάσταση]] της υγείας, [[ευρωστία]], σε Πλάτ.· γενικά, [[ρώμη]], [[σφρίγος]], θαλερότητα, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐεξία:''' ἡ хорошее состояние, сила, крепость, здоровье (τῶν σωμάτων Plat.; τῆς ψυχῆς Plat.; εὐ. καὶ [[καχεξία]] Plat., Arst.; εὐ. τῆς πολιτείας Xen. или [[πολιτική]] Arst.): φιονῆς εὐ. Plut. зычный голос; εὐ. ἐν τοῖς πολεμικοῖς Polyb. боеспособность. | |||
}} | }} |