Anonymous

ἐστραμμένος: Difference between revisions

From LSJ
2
(6_11)
 
(2)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐστραμμένος''': -η, -ον, παθ. μετχ. τοῦ πρκμ. τοῦ [[στρέφω]], Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 411: ἐπίρρ. -νως, [[διαφόρως]], Θωμ. Μ. ἐν λ. [[περιβάλλω]].
|lstext='''ἐστραμμένος''': -η, -ον, παθ. μετχ. τοῦ πρκμ. τοῦ [[στρέφω]], Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 411: ἐπίρρ. -νως, [[διαφόρως]], Θωμ. Μ. ἐν λ. [[περιβάλλω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐστραμμένος:''' эп. part. pf. pass. к [[στρέφω]].
}}
}}