Anonymous

ἐρασιπλόκαμος: Difference between revisions

From LSJ
2
(14)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐρασιπλόκαμος]], -ον (Α)<br />αυτή που έχει ωραίες μπούκλες στα μαλλιά, πλοκάμους που σέ κάνουν να τήν ερωτευθείς («Τυροῡς ἐρασιπλοκάμου [[γενεά]]», <b>Πίνδ.</b>).
|mltxt=[[ἐρασιπλόκαμος]], -ον (Α)<br />αυτή που έχει ωραίες μπούκλες στα μαλλιά, πλοκάμους που σέ κάνουν να τήν ερωτευθείς («Τυροῡς ἐρασιπλοκάμου [[γενεά]]», <b>Πίνδ.</b>).
}}
{{elru
|elrutext='''ἐρᾰσιπλόκᾰμος:''' прелестнокудрый ([[Τυρώ]] Pind.).
}}
}}