Anonymous

ἤκιστος: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἤκιστος:''' -η, -ον, υπερθ. επίθ. από το επίρρ. [[ἦκα]]· [[ἤκιστος]] [[ἐλαυνέμεν]], ο πιο [[ήρεμος]] ή ο πιο [[αργός]] στην [[οδήγηση]] άρματος, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἤκιστος:''' -η, -ον, υπερθ. επίθ. από το επίρρ. [[ἦκα]]· [[ἤκιστος]] [[ἐλαυνέμεν]], ο πιο [[ήρεμος]] ή ο πιο [[αργός]] στην [[οδήγηση]] άρματος, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἤκιστος:''' [superl. к [[ἦκα]] самый медлительный, т. е. неискусный: ἤ. ἦν ἐλαυμένεν [[ἅρμα]] Hom. он был очень неискусен в управлении колесницей.
}}
}}