Anonymous

ἡμιτέλεστος: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἡμιτέλεστος:''' -ον ([[τελέω]]), μισοτελειωμένος, [[ημιτελής]], σε Θουκ.
|lsmtext='''ἡμιτέλεστος:''' -ον ([[τελέω]]), μισοτελειωμένος, [[ημιτελής]], σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἡμῐτέλεστος:''' полуоконченный: τὰ τῶν τειχῶν ἡμιτέλεστα Thuc. доведенные до половины работы по возведению стен.
}}
}}