3,274,916
edits
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λυσσώδης:''' -ες ([[εἶδος]])·<br /><b class="num">1.</b> όμοιος με λυσσασμένο, [[μανιώδης]], μαινόμενος, λέγεται για πολεμική [[ορμή]], [[μανία]], παροξυσμό, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που χαρακτηρίζεται από [[τρέλα]], [[μανία]], σε Σοφ., Ευρ. | |lsmtext='''λυσσώδης:''' -ες ([[εἶδος]])·<br /><b class="num">1.</b> όμοιος με λυσσασμένο, [[μανιώδης]], μαινόμενος, λέγεται για πολεμική [[ορμή]], [[μανία]], παροξυσμό, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που χαρακτηρίζεται από [[τρέλα]], [[μανία]], σε Σοφ., Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λυσσώδης:''' <b class="num">1)</b> охваченный яростью, разъяренный ([[Ἓκτωρ]] Hom.);<br /><b class="num">2)</b> исступленный, неистовствующий ([[ζωή]] Anth.);<br /><b class="num">3)</b> похожий на безумие ([[νόσος]] Soph.). | |||
}} | }} |