3,277,286
edits
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μαστίω:''' μόνο σε ενεστ., [[μαστιγώνω]], [[ραβδίζω]], σε Ομήρ. Ιλ. — Μέσ., <i>οὐρῇ πλευρὰς μαστίεται</i>, (το [[λιοντάρι]]) που χτυπάει τα [[πλευρά]] του με την [[ουρά]] του, σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''μαστίω:''' μόνο σε ενεστ., [[μαστιγώνω]], [[ραβδίζω]], σε Ομήρ. Ιλ. — Μέσ., <i>οὐρῇ πλευρὰς μαστίεται</i>, (το [[λιοντάρι]]) που χτυπάει τα [[πλευρά]] του με την [[ουρά]] του, σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μαστίω:''' (только imper. praes. и praes. med.) бить, хлестать (οὐρῇ πλευρὰς μαστίεται, sc. [[λέων]] Hom.). | |||
}} | }} |