Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μέσαυλος: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μέσαυλος:''' Επικ. μέσσ-αυλος, ὁ ή μέσσ-αυλον, τό,<br /><b class="num">I.</b> η εσωτερική [[αυλή]], που βρίσκεται [[πίσω]] από την κύρια [[αυλή]], όπου τις νύχτες έβαζαν το [[κοπάδι]], σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για τη [[σπηλιά]] του Κύκλωπα, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> Αττ., [[μέταυλος]] (με ή [[χωρίς]] το [[θύρα]]), <i>ἡ</i>, η πόρτα [[ανάμεσα]] στην [[αυλή]] και το εσωτερικό [[μέρος]] του σπιτιού, σε Αριστοφ.· <i>θύραι μέσαυλοι</i>, σε Ευρ.
|lsmtext='''μέσαυλος:''' Επικ. μέσσ-αυλος, ὁ ή μέσσ-αυλον, τό,<br /><b class="num">I.</b> η εσωτερική [[αυλή]], που βρίσκεται [[πίσω]] από την κύρια [[αυλή]], όπου τις νύχτες έβαζαν το [[κοπάδι]], σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για τη [[σπηλιά]] του Κύκλωπα, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> Αττ., [[μέταυλος]] (με ή [[χωρίς]] το [[θύρα]]), <i>ἡ</i>, η πόρτα [[ανάμεσα]] στην [[αυλή]] και το εσωτερικό [[μέρος]] του σπιτιού, σε Αριστοφ.· <i>θύραι μέσαυλοι</i>, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''μέσαυλος:''' <b class="num">I</b> эп. [[μέσσαυλος]] 2 находящийся внутри двора, внутренний: θύραι μέσαυλοι Eur. внутренние ворота (на женскую половину).<br /><b class="num">II</b> ὁ, [[μέσαυλον]] τό, эп. [[μέσσαυλος]] ὁ и μέσσαυλον τό<br /><b class="num">1)</b> скотный двор, загон, стойло ([[βοῶν]] Hom.);<br /><b class="num">2)</b> логовище (sc. λέοντος Hom.);<br /><b class="num">3)</b> логово, вертеп (sc. Κύκλωπος Hom.).
}}
}}