3,273,773
edits
(5) |
(3) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μεταλλάω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">1.</b> κανονικά, [[διερευνώ]] άλλα πράγματα ([[μετὰ]] ἄλλα, πρβλ. [[μέταλλον]]), [[ερευνώ]] προσεκτικά, [[εξετάζω]] λεπτομερειακά, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">2.</b> με αιτ. προσ., [[εξετάζω]], [[ερευνώ]] [[κάτι]], σε Όμηρ.<br /><b class="num">3.</b> με αιτ. πράγμ., [[ρωτώ]] για ή σχετικά με, στον ίδ.· ομοίως, <i>μεταλλῆσαι ἀμφὶ πόσει</i>, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> με [[διπλή]] αιτ., [[ρωτώ]] κάποιον για ένα [[θέμα]], τον [[ρωτώ]] [[κάτι]], στον ίδ. | |lsmtext='''μεταλλάω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">1.</b> κανονικά, [[διερευνώ]] άλλα πράγματα ([[μετὰ]] ἄλλα, πρβλ. [[μέταλλον]]), [[ερευνώ]] προσεκτικά, [[εξετάζω]] λεπτομερειακά, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">2.</b> με αιτ. προσ., [[εξετάζω]], [[ερευνώ]] [[κάτι]], σε Όμηρ.<br /><b class="num">3.</b> με αιτ. πράγμ., [[ρωτώ]] για ή σχετικά με, στον ίδ.· ομοίως, <i>μεταλλῆσαι ἀμφὶ πόσει</i>, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> με [[διπλή]] αιτ., [[ρωτώ]] κάποιον για ένα [[θέμα]], τον [[ρωτώ]] [[κάτι]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μεταλλάω:''' (дор. aor. μετάλλασα)<br /><b class="num">1)</b> расспрашивать (τινά τι Hom.);<br /><b class="num">2)</b> разведывать, разузнавать (τι [[ἀμφί]] τινι Hom.). | |||
}} | }} |