Anonymous

νηφάλιος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νηφάλιος:''' [ᾰ], -α, -ον ([[νήφω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει αναμειχθεί με [[κρασί]], που δεν περιέχει [[κρασί]]· <i>νηφάλια μειλίγματα</i>, προσφορές στις Ευμενίδες, αποτελούμενες από [[νερό]], [[γάλα]] και [[μέλι]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για πρόσ., [[συνετός]], [[εγκρατής]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''νηφάλιος:''' [ᾰ], -α, -ον ([[νήφω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει αναμειχθεί με [[κρασί]], που δεν περιέχει [[κρασί]]· <i>νηφάλια μειλίγματα</i>, προσφορές στις Ευμενίδες, αποτελούμενες από [[νερό]], [[γάλα]] και [[μέλι]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για πρόσ., [[συνετός]], [[εγκρατής]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''νηφάλιος:''' 3, редко 2 (ᾰ)<br /><b class="num">1)</b> не содержащий вина (μειλίγματα Aesch.; [[κρατήρ]] Plut.);<br /><b class="num">2)</b> трезвый, непьющий ([[πρεσβύτης]] NT);<br /><b class="num">3)</b> трезвый, сдержанный ([[σιγή]] Plut.).
}}
}}