Anonymous

ὁμόπτερος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁμόπτερος:''' -ον ([[πτερόν]]),·<br /><b class="num">1.</b> αυτός που έχει τα [[ίδια]] φτερά, σε Πλάτ.· ὁμόπτεροι [[ἐμοί]], συντροφικά με μένα πουλιά, πουλιά που έχουν τα [[ίδια]] φτερά με μένα, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., αυτός που έχει [[στενή]] [[ομοιότητα]] με, σε Αισχύλ., Ευρ.· <i>νᾶες ὁμ</i>., πλοία που έχουν [[ίδια]] [[κουπιά]] ή [[ιστία]] (ή [[εξίσου]] [[γρήγορα]]), σε Αισχύλ.· [[ἀπήνη]] ὁμ., οι [[δύο]] αδελφοί Ετεοκλής και [[Πολυνείκης]], σε Ευρ.
|lsmtext='''ὁμόπτερος:''' -ον ([[πτερόν]]),·<br /><b class="num">1.</b> αυτός που έχει τα [[ίδια]] φτερά, σε Πλάτ.· ὁμόπτεροι [[ἐμοί]], συντροφικά με μένα πουλιά, πουλιά που έχουν τα [[ίδια]] φτερά με μένα, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., αυτός που έχει [[στενή]] [[ομοιότητα]] με, σε Αισχύλ., Ευρ.· <i>νᾶες ὁμ</i>., πλοία που έχουν [[ίδια]] [[κουπιά]] ή [[ιστία]] (ή [[εξίσου]] [[γρήγορα]]), σε Αισχύλ.· [[ἀπήνη]] ὁμ., οι [[δύο]] αδελφοί Ετεοκλής και [[Πολυνείκης]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμόπτερος:''' <b class="num">1)</b> одинаково оперенный или окрыленный (κίρκοι Aesch.): οἱ ἐμοὶ ὁμόπτεροι Arph. мои воздушные сородичи (о птицах);<br /><b class="num">2)</b> одинаково вьющийся или одинаково причесанный (βόστρυχοι Eur.);<br /><b class="num">3)</b> оснащенный одинаковыми парусами или одинаково быстрый (νᾶες Aesch.);<br /><b class="num">4)</b> близкий, родственный: [[ἀπήνη]] ὁ. Eur. пара братьев (об Этеокле и Полинике).
}}
}}