Anonymous

οὐρανομήκης: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''οὐρᾰνομήκης:''' -ες ([[μῆκος]]),<br /><b class="num">1.</b> ψηλός ως τον ουρανό, αυτός που εκτείνεται ως τον ουρανό, εξαιρετικά ψηλός ή [[ευμήκης]], σε Ομήρ. Οδ.· <i>δένδρεα</i>, σε Ηρόδ.· [[λαμπάς]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., [[θαυμαστός]], [[εξαίσιος]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''οὐρᾰνομήκης:''' -ες ([[μῆκος]]),<br /><b class="num">1.</b> ψηλός ως τον ουρανό, αυτός που εκτείνεται ως τον ουρανό, εξαιρετικά ψηλός ή [[ευμήκης]], σε Ομήρ. Οδ.· <i>δένδρεα</i>, σε Ηρόδ.· [[λαμπάς]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., [[θαυμαστός]], [[εξαίσιος]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''οὐρᾰνομήκης:''' <b class="num">1)</b> высокий до неба ([[ἐλάτη]] Hom.; δένδρεα Her.; [[φοίνιξ]] Anth.);<br /><b class="num">2)</b> возносящийся к небу ([[φωνή]] Arph.).
}}
}}