Anonymous

ποτιπίπτω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ποτιπίπτω:''' Δωρ. αντί προσ-[[πίπτω]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ποτιπίπτω:''' Δωρ. αντί προσ-[[πίπτω]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ποτῐπίπτω:''' дор. Aesch. = [[προσπίπτω]].
}}
}}