3,274,498
edits
(6) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''προβάδην:''' [ᾰ] ([[προβαίνω]]), επίρρ., βαδίζοντας, σε Ησίοδ.· [[προβάδην]] ἔξαγε, τους οδήγησε προς τα [[εμπρός]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''προβάδην:''' [ᾰ] ([[προβαίνω]]), επίρρ., βαδίζοντας, σε Ησίοδ.· [[προβάδην]] ἔξαγε, τους οδήγησε προς τα [[εμπρός]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''προβάδην:''' (ᾰ) adv.<br /><b class="num">1)</b> двигаясь вперед, на ходу Hes.;<br /><b class="num">2)</b> вперед (ἐξάγειν Arph.). | |||
}} | }} |