Anonymous

προδιηγέομαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προδιηγέομαι:''' μέλ. <i>-ήσομαι</i>, αποθ., [[διηγούμαι]] εκ των προτέρων, [[αναφέρω]] εισαγωγικά, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''προδιηγέομαι:''' μέλ. <i>-ήσομαι</i>, αποθ., [[διηγούμαι]] εκ των προτέρων, [[αναφέρω]] εισαγωγικά, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''προδιηγέομαι:''' ранее рассказывать Dem.: ἀπηγήσομαι προδιηγησάμενος [[τάδε]] Her. (об этом) я расскажу, предпослав своему рассказу вот что.
}}
}}