Anonymous

πολυφόρος: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολῠφόρος:''' -ον ([[φέρω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που υπομένει [[πολλά]]<br /><b class="num">II.</b> αυτός που μπορεί να αναμιχθεί με [[πολύ]] [[νερό]], λέγεται για δυνατό [[κρασί]], μεταφ., <i>πολυφόρῳ δαίμονι συγκεκρᾶσθαι</i>, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''πολῠφόρος:''' -ον ([[φέρω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που υπομένει [[πολλά]]<br /><b class="num">II.</b> αυτός που μπορεί να αναμιχθεί με [[πολύ]] [[νερό]], λέγεται για δυνατό [[κρασί]], μεταφ., <i>πολυφόρῳ δαίμονι συγκεκρᾶσθαι</i>, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''πολυφόρος:''' <b class="num">1)</b> приносящий многое, весьма производительный (ἡ [[πόλις]] Plat.);<br /><b class="num">2)</b> несущий много превратностей ([[δαίμων]] Arph.).
}}
}}