3,274,919
edits
(6) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σῐδηρονόμος:''' -ον ([[νέμω]]), αυτός που διαμερίζει, που διαμοιράζει με το [[σίδερο]], δηλ. με το [[σπαθί]], με το [[ξίφος]], σε Αισχύλ. | |lsmtext='''σῐδηρονόμος:''' -ον ([[νέμω]]), αυτός που διαμερίζει, που διαμοιράζει με το [[σίδερο]], δηλ. με το [[σπαθί]], με το [[ξίφος]], σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σῐδηρονόμος:''' дор. σῐδᾱρονόμος 2 производящий раздел силою железа, т. е. меча ([[χείρ]] Aesch.). | |||
}} | }} |