Anonymous

στεροπεύς: Difference between revisions

From LSJ
4
(6_15)
(4)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''στεροπεύς''': ὁ· - ἀντὶ τοῦ πληθ. στεροπῆς Ποιητὴς παρὰ Πλουτ. 2. 1129D, ὁ Wytt. διώρθωσεν ἠπεροπῆας.
|lstext='''στεροπεύς''': ὁ· - ἀντὶ τοῦ πληθ. στεροπῆς Ποιητὴς παρὰ Πλουτ. 2. 1129D, ὁ Wytt. διώρθωσεν ἠπεροπῆας.
}}
{{elru
|elrutext='''στεροπεύς:''' εως adj. m сверкающий, блистающий ([[poeta]] ap. Plut.).
}}
}}