3,277,019
edits
(6) |
(4) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σύμπηκτος:''' -ον, αυτός που έχει στερεωθεί, που έχει συναρμοστεί, κατασκευαστεί, πηγμένος, [[συμπαγής]], σε Ηρόδ., Αριστοφ. | |lsmtext='''σύμπηκτος:''' -ον, αυτός που έχει στερεωθεί, που έχει συναρμοστεί, κατασκευαστεί, πηγμένος, [[συμπαγής]], σε Ηρόδ., Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σύμπηκτος:''' <b class="num">1)</b> сколоченный, сложенный, построенный (ἔκ τινος Her.);<br /><b class="num">2)</b> плотный, твердый (πλαίσια Arph. - v. l. ξύμπτυκτος). | |||
}} | }} |