3,277,002
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τεκνοποιέω:''' μέλ. <i>τεκνοποιήσω</i>, ([[τεκνοποιός]]), στην Ενεργ., λέγεται για [[γυναίκα]], [[γεννώ]] [[παιδιά]]· στη Μέσ., λέγεται για άνδρα, [[παράγω]] [[παιδιά]], σε Ξεν.· στη Μέσ. και για τους δυο γονείς, αναπαράγομαι, κάνω [[παιδιά]], στον ίδ. | |lsmtext='''τεκνοποιέω:''' μέλ. <i>τεκνοποιήσω</i>, ([[τεκνοποιός]]), στην Ενεργ., λέγεται για [[γυναίκα]], [[γεννώ]] [[παιδιά]]· στη Μέσ., λέγεται για άνδρα, [[παράγω]] [[παιδιά]], σε Ξεν.· στη Μέσ. και για τους δυο γονείς, αναπαράγομαι, κάνω [[παιδιά]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τεκνοποιέω:''' чаще med. рождать детей Xen., Arst., Plut. | |||
}} | }} |