Anonymous

τεθορυβημένως: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τεθορῠβημένως:''' επίρρ. μτχ. Παθ. παρακ. του [[θορυβέω]], με θόρυβο, σε Ξεν.
|lsmtext='''τεθορῠβημένως:''' επίρρ. μτχ. Παθ. παρακ. του [[θορυβέω]], με θόρυβο, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''τεθορῠβημένως:''' [от part. pf. к [[θορυβέω]] беспорядочно, в беспорядке (ἀποχωρεῖν Xen.).
}}
}}