Anonymous

τεχναστός: Difference between revisions

From LSJ
4b
(41)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τεχνάζω]]<br />ο κατασκευασμένος με τη [[χρησιμοποίηση]] τέχνης («[[ὥσπερ]] ἐν τοῑς τεχναστοῑς, oἷov οἰκίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>).
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τεχνάζω]]<br />ο κατασκευασμένος με τη [[χρησιμοποίηση]] τέχνης («[[ὥσπερ]] ἐν τοῑς τεχναστοῑς, oἷov οἰκίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
{{elru
|elrutext='''τεχναστός:''' сотворенный руками, искусственный: τὰ ἐν γενέσει, [[ὥσπερ]] τὰ τεχναστά Arst. (все) естественное, равно как и искусственное.
}}
}}