Anonymous

τρίοδος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρίοδος:''' ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[μέρος]] όπου συναντώνται [[τρεις]] δρόμοι, Λατ. [[trivium]], σε Θέογν., Ευρ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> η Εκάτη, Λατ. [[Trivia]], <i>ἁ θεὸς ἐν τριόδοισι</i>, σε Θεόκρ.· [[οἷος]] ἐκ τριόδου, δηλ. [[χυδαίος]], σε Λουκ.
|lsmtext='''τρίοδος:''' ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[μέρος]] όπου συναντώνται [[τρεις]] δρόμοι, Λατ. [[trivium]], σε Θέογν., Ευρ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> η Εκάτη, Λατ. [[Trivia]], <i>ἁ θεὸς ἐν τριόδοισι</i>, σε Θεόκρ.· [[οἷος]] ἐκ τριόδου, δηλ. [[χυδαίος]], σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''τρίοδος:''' (ῐ) ἡ распутье трех дорог, перекресток Pind., Trag., Arph., Plat.: ἁ θεὸς ἐν τριόδοισι Theocr. = [[Ἑκάτη]]; [[ὥσπερ]] ἐν τριόδῳ γενόμενος Plat. словно оказавшись на распутье; ἐκ τριόδου Luc. на (всех) перекрестках; [[οἷα]] ἐκ τριόδου Luc. (выражения), которые слышатся на перекрестках, т. е. вульгаризмы.
}}
}}