Anonymous

τραπεζεύς: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρᾰπεζεύς:''' -έως, ὁ, αυτός που βρίσκεται κοντά στο [[τραπέζι]] ή αυτός που ανήκει σε αυτό, <i>κύνες τραπεζῆες</i> (Ιων. αντί <i>τραπεζεῖς</i>), οι σκύλοι που τρέφονται από το [[τραπέζι]] του κυρίου τους, σε Όμηρ.
|lsmtext='''τρᾰπεζεύς:''' -έως, ὁ, αυτός που βρίσκεται κοντά στο [[τραπέζι]] ή αυτός που ανήκει σε αυτό, <i>κύνες τραπεζῆες</i> (Ιων. αντί <i>τραπεζεῖς</i>), οι σκύλοι που τρέφονται από το [[τραπέζι]] του κυρίου τους, σε Όμηρ.
}}
{{elru
|elrutext='''τρᾰπεζεύς:''' έως adj. m кормящийся с домашнего стола, т. е. домашний (κύνες Hom.).<br />έως ὁ прихлебатель, парасит Plut.
}}
}}