Anonymous

ὑπένερθε: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπένερθε:''' και [[πριν]] από [[φωνήεν]] -θεν, επίρρ.,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[κάτω]] από, από [[κάτω]], σε Όμηρ., Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> υπογείως, στον Κάτω Κόσμο, Λατ. [[apud]] inferos, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> ως πρόθ., με γεν., [[κάτω]], από [[κάτω]], σε Όμηρ., Πίνδ.
|lsmtext='''ὑπένερθε:''' και [[πριν]] από [[φωνήεν]] -θεν, επίρρ.,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[κάτω]] από, από [[κάτω]], σε Όμηρ., Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> υπογείως, στον Κάτω Κόσμο, Λατ. [[apud]] inferos, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> ως πρόθ., με γεν., [[κάτω]], από [[κάτω]], σε Όμηρ., Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπένερθε:''' (ν) adv.<br /><b class="num">1)</b> внизу, снизу (ὑ. [[γαῖα]] φάνεσκεν Hom.): χιτῶνα ἔχειν ὑ. Arph. снизу быть одетым в хитон;<br /><b class="num">2)</b> под землей, в подземном царстве: οἱ ὑ. Hom., Plat. жители или боги подземного царства.<br />(ν) praep. [[cum]] gen. под, (по)ниже (ὑ. Χίοιο Hom.; τὰ γᾶς ὑ. Pind. ap. Plat.).
}}
}}