Anonymous

ὕσγινον: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὕσγῑνον:''' τό, [[χρωστική]] [[ουσία]] από τον κορμό του θάμνου, [[ὕσγη]], [[άλικος]], [[πορφυρός]], [[κατακόκκινος]], σε Ανθ.
|lsmtext='''ὕσγῑνον:''' τό, [[χρωστική]] [[ουσία]] από τον κορμό του θάμνου, [[ὕσγη]], [[άλικος]], [[πορφυρός]], [[κατακόκκινος]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὕσγῑνον:''' τό (растительная) пурпурная краска Anth.
}}
}}