Anonymous

ὑφορμέω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑφορμέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, είμαι [[κρυφά]] αγκυροβολημένος σ' έναν [[τόπο]], σε Πολύβ.
|lsmtext='''ὑφορμέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, είμαι [[κρυφά]] αγκυροβολημένος σ' έναν [[τόπο]], σε Πολύβ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑφορμέω:''' тайно стоять на якоре, притаиться (ἔν τισι τόποις ἐρήμοις Polyb.): (ὁ τοῦ κόλακος [[λόγος]]) ὑφορμεῖ τινι πάθει Plut. слово льстеца цепляется за какую-л. слабость.
}}
}}