Anonymous

χαριτόω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χαρῐτόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i> ([[χάρις]]), [[δείχνω]] [[χάρη]], [[ευγνωμοσύνη]] σε κάποιον, <i>τινά</i>, σε Καινή Διαθήκη — Παθ., έχω λάβει [[χάρη]], έχω ωφεληθεί υπερβολικά, σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''χαρῐτόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i> ([[χάρις]]), [[δείχνω]] [[χάρη]], [[ευγνωμοσύνη]] σε κάποιον, <i>τινά</i>, σε Καινή Διαθήκη — Παθ., έχω λάβει [[χάρη]], έχω ωφεληθεί υπερβολικά, σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''χᾰρῐτόω:''' осыпать милостями, осенять благодатью NT.
}}
}}