3,277,190
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''φοινῑκοπάρῃος:''' [ᾰ], -ον, Ιων. αντί <i>-πάρειος</i>, αυτός που έχει κόκκινα μάγουλα, επίθ. για πλοία οι πρώρες των οποίων είναι βαμμένες κόκκινες, σε Ομήρ. Οδ. | |lsmtext='''φοινῑκοπάρῃος:''' [ᾰ], -ον, Ιων. αντί <i>-πάρειος</i>, αυτός που έχει κόκκινα μάγουλα, επίθ. για πλοία οι πρώρες των οποίων είναι βαμμένες κόκκινες, σε Ομήρ. Οδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''φοινῑκοπάρῃος:''' пурпурнощекий, т. е. с пурпурными бортами ([[νηῦς]] Hom.). | |||
}} | }} |