Anonymous

ψευδεπίγραφος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(47c)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[ψευδεπίγραφος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για [[κείμενα]]) αυτός που [[ψευδώς]] αποδίδεται σε έναν συγγραφέα, που θεωρείται [[έργο]] του [[χωρίς]] να [[είναι]], [[νόθος]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα ψευδεπίγραφα</i><br /><b>εκκλ.</b> (στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) βιβλία που έχουν συνταχθεί [[κατά]] [[απομίμηση]] τών κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής και έχουν αποκλειστεί από τον εκκλησιαστικό κανόνα, αλλ. απόκρυφα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που φέρει ψευδή [[επιγραφή]] ή τίτλο<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιφανειακός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ψευδεπιγράφως</i> Ν<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) με ψευδεπίγραφο τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[επίγραφος]] (<span style="color: red;"><</span> [[επιγράφω]])].
|mltxt=-η, -ο / [[ψευδεπίγραφος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για [[κείμενα]]) αυτός που [[ψευδώς]] αποδίδεται σε έναν συγγραφέα, που θεωρείται [[έργο]] του [[χωρίς]] να [[είναι]], [[νόθος]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα ψευδεπίγραφα</i><br /><b>εκκλ.</b> (στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) βιβλία που έχουν συνταχθεί [[κατά]] [[απομίμηση]] τών κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής και έχουν αποκλειστεί από τον εκκλησιαστικό κανόνα, αλλ. απόκρυφα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που φέρει ψευδή [[επιγραφή]] ή τίτλο<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιφανειακός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ψευδεπιγράφως</i> Ν<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) με ψευδεπίγραφο τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[επίγραφος]] (<span style="color: red;"><</span> [[επιγράφω]])].
}}
{{elru
|elrutext='''ψευδεπίγρᾰφος:''' досл. ложно подписанный, перен. облыжно именуемый, мнимый (ὁ πραγματικὸς [[τρόπος]] Polyb.; [[φιλόσοφος]] Plut.).
}}
}}