Anonymous

ὠκυδίνητος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὠκῠδίνητος:''' [ῑ], Δωρ. -ᾱτος, <i>-ον</i>, αυτός που περιστρέφεται σαν [[δίνη]], δηλ. [[γρήγορα]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''ὠκῠδίνητος:''' [ῑ], Δωρ. -ᾱτος, <i>-ον</i>, αυτός που περιστρέφεται σαν [[δίνη]], δηλ. [[γρήγορα]], σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὠκῠδίνητος:''' дор. [[ὠκυδίνατος|ὠκῠδίνᾱτος]] 2 (δῑ) быстро вращающийся, т. е. быстрый, стремительный (ἅμιλλαι Pind.).
}}
}}