Anonymous

κατέναντι: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 13: Line 13:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατέναντι:''' επίρρ. = το επόμ., με γεν., σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''κατέναντι:''' επίρρ. = το επόμ., με γεν., σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elnl
|elnltext=κατέναντι [κατά, ἔναντι] adv., in het aangezicht van; met gen.: κ. Θεοῦ voor Gods aangezicht NT Marc. 11.2.
}}
}}