Anonymous

περιρρεπής: Difference between revisions

From LSJ
nl
(32)
(nl)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, Α [[περιρρέπω]]<br />αυτός που ρέπει, που κλίνει [[προς]] το ένα [[μέρος]], αυτός που με την [[κλίση]] του ασκεί [[πίεση]] [[προς]] το ένα [[μέρος]] («αἱ πλάγιαι [κλίσεις] περιρρεπεῑς γίνονται τῇ κύστει», Ιπποκρ.).
|mltxt=-ές, Α [[περιρρέπω]]<br />αυτός που ρέπει, που κλίνει [[προς]] το ένα [[μέρος]], αυτός που με την [[κλίση]] του ασκεί [[πίεση]] [[προς]] το ένα [[μέρος]] («αἱ πλάγιαι [κλίσεις] περιρρεπεῑς γίνονται τῇ κύστει», Ιπποκρ.).
}}
{{elnl
|elnltext=περιρρεπής -ές [περιρρέπω] omkrullend:. ἵνα μὴ περιρρεπὲς τὸ δέρμα τὸ περὶ τὰς πλευρὰς ᾖ, ἀλλ ’ ἰσόρροπον opdat de huid rond de ribben niet omkrult, maar gelijkmatig blijft Hp. Art. 50.
}}
}}