Anonymous

πολυλογέω: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6_2)
(nl)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολῠλογέω''': [[λέγω]] πολλά, Γαλην., [[Πολυδ]]. Ι΄, 51· ― ῥημ. ἐπίθ. πολυλογητέον, δεῖ πολυλογεῖν, Κλήμ. Ἀλ. 203.
|lstext='''πολῠλογέω''': [[λέγω]] πολλά, Γαλην., [[Πολυδ]]. Ι΄, 51· ― ῥημ. ἐπίθ. πολυλογητέον, δεῖ πολυλογεῖν, Κλήμ. Ἀλ. 203.
}}
{{elnl
|elnltext=πολυλογέω [πολύλογος] veel praten.
}}
}}