Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἄμιθα: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄμιθα]], τα (Α)<br />ίσως ταυτόσημο του [[ἄμης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η σημασιολογική [[συγγένεια]] της λ. με το ουσ. [[ἄμης]] «[[είδος]] γαλατόπιτας» οδηγεί στην [[υπόθεση]] ότι [[είναι]] πιθανή και ετυμολογική [[συγγένεια]] τών δύο λέξεων].
|mltxt=[[ἄμιθα]], τα (Α)<br />ίσως ταυτόσημο του [[ἄμης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η σημασιολογική [[συγγένεια]] της λ. με το ουσ. [[ἄμης]] «[[είδος]] γαλατόπιτας» οδηγεί στην [[υπόθεση]] ότι [[είναι]] πιθανή και ετυμολογική [[συγγένεια]] τών δύο λέξεων].
}}
{{etym
|etymtx=Grammatical information: f.?<br />Meaning: <b class="b3">ἔδεσμα ποιόν</b>, <b class="b3">καὶ ἄρτυμα ὡς Ἀνακρέων</b> (467Page) H.<br />Other forms: P. Hamb. 90, 18 has an acc. pl. <b class="b3">ἄμιθας</b>. Cf. <b class="b3">ἀμαμιθάδες· ἥδυσμά τι σκευαστὸν διὰ κρεῶν εἰς μικρὰ κεκομμένων δι</b>' <b class="b3">ἀρτυμάτων</b> (Photius 86 R.).<br />Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]<br />Etymology: The reduplication is typical of substr. words. The word has been connected with <b class="b3">ἄμης</b>, but this is quite uncertain.
}}
}}