Anonymous

σειρόω: Difference between revisions

From LSJ
2b
(6_1)
(2b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σειρόω''': [[ἀποξηραίνω]] διὰ θερμότητος, στεγνώνω, τὸ [[σῶμα]] σειροῖ (κοινῶς -εοῖ) Ἱππ. 49. 21. 2) [[καθόλου]], ἐξαντλῶ, ἐκκενῶ, Σύμμαχ. εἰς Ἱερεμ. 48. 12.
|lstext='''σειρόω''': [[ἀποξηραίνω]] διὰ θερμότητος, στεγνώνω, τὸ [[σῶμα]] σειροῖ (κοινῶς -εοῖ) Ἱππ. 49. 21. 2) [[καθόλου]], ἐξαντλῶ, ἐκκενῶ, Σύμμαχ. εἰς Ἱερεμ. 48. 12.
}}
{{etym
|etymtx=See also: s. [[Σείριος]].
}}
}}