Anonymous

δύναμις: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "˙" to "·"
(2)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δύνᾰμις''': [ῠ], ἡ, γεν. -εως, Ἰων. -ιος, Ἰων. δοτ. δυνάμι˙ ([[δύναμαι]]) - [[δύναμις]], [[ἰσχύς]], [[ῥώμη]]˙ παρ’ Ὁμήρῳ ἰδίως ἐπὶ σωματικῆς δυνάμεως, εἴ μοι δύναμίς γε παρείη Ὀδ. Β.62. πρβλ. Ἰλ. Θ. 294· οἵη ἐμὴ [[δύναμις]] καὶ χεῖρες Ὀδ. Υ. 237˙ [[οὕτως]] ἡ [[δύναμις]] τῶν νέων Ἀντιφῶν 127. 24, κτλ.˙- [[ἐντεῦθεν]] [[καθόλου]], [[δύναμις]], [[ἰσχύς]], [[ἱκανότης]] πρὸς πρᾶξίν τινος, ὅση δύναμίς γε πάρεστιν, Ἰλ. Θ. 294˙ πὰρ δύναμιν, παρὰ τὴν δύναμιν, [[πέρα]] τῆς δυνάμεώς τινος, Ν. 787˙ παρὰ πεζοῖς, παρὰ δ. Θουκ. 1. 70, κτλ.˙ [[ὑπὲρ]] δ. Δημ. 292. 25˙ ἀντίθ. κατὰ δ., ὅσον δύναταί τις, ὅσον ἰσχύει τις, Λατ. pro virili, Ἡρόδ. 3. 142, κτλ. (κὰδ δ. παρ’ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 334)˙ [[οὕτως]], εἰς δύναμιν Κρατῖν. Πυλ. 3, Πλάτ. Πολ. 458Ε, κτλ˙ πρὸς δ. ὁ αὐτ. Φαίδρ. 231Α. 2) ἐξωτερικὴ [[δύναμις]], [[ἰσχύς]], [[βαρύτης]], [[ἀξίωμα]], Λατ. potentia, opes, Αἰσχύλ. Πέρσ. 174, Ἀγ. 779, Ἡρόδ. 1. 90, Θουκ. 7. 21, κτλ.˙ ἐν δ. [[εἶναι]], γίγνεσθαι Ξεν. Ἑλλ. 4. 4, 5, Δημ. 174, 27. 3) [[δύναμις]] διὰ πόλεμον, στρατιωτικαὶ δυνάμεις, δ. πεζικὴ Ἡρόδ. 5. 100, κτλ.˙ δ. καὶ πεζὴ καὶ ἱππικὴ καὶ ναυτική Ξεν. Ἀν. 1. 3, 12. 4) [[δύναμις]], [[ποσότης]], Λατ. vis, χρημάτων δ. Ἡρόδ. 7. 9, πρβλ. Θουκ. 9. 97., 6. 46. ΙΙ. [[δύναμις]], [[ἱκανότης]], αἱ τοῦ σώματος δυνάμεις Πλάτ. Θεαίτ. 185Ε˙ ἡ δ. τῆς ὄψεως Πλάτ. Πολ. 532Α˙ ἡ τῶν λεγόντων δ. Δημ. 596. 21˙ [[μετὰ]] γεν. πράγμ. [[ἱκανότης]] διά τι, τῶν ἔργων Ἀριστ. Πολ. 5. 9. τοῦ λέγειν ὁ αὐτ. Ῥητ. 1. 6, 14˙ τοῦ λόγου, τῶν λόγων Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 52, Ἂλεξ. Ἱππ. ἀπόλ., πᾶσα φυσικὴ ἢ ἠθικὴ [[ἱκανότης]], ἣν δύναταί τις νὰ τελειοποιήσῃ διὰ τῆς ἀσκήσεως καὶ μεταχειρισθῇ διὰ καλὸν ἢ διὰ κακόν. Ἀριστ. Τοπ. 4. 5, 9, Μ. Ἠθ. 1.2, 2., 7.- [[ὡσαύτως]] ἐπὶ τῶν φυσικῶν δυνάμεων φυτῶν, κτλ., αἱ δ. τῶν φυομένων, τῶν σπερμάτων Ξεν. Κύρ. 8. 8, 14, κτλ.˙ ἡ παραγωγὸς [[δύναμις]], τῆς γῆς ὁ αὐτ. Οἰκ. 16, μετάλλων ὁ αὐτ. Πόρ. 4, 1. 2) [[δύναμις]], [[τέχνη]], ὡς ἰατρική, λογική, ῥητορική, Ἀριστ. Μεταφ. 4. 12, 11., 8. 2, 1. 3) ἰατρικόν, [[φάρμακον]], Ἱππ. ˙ πρβλ. Bast Γρηγ. σ. 907. ΙΙΙ. ἡ [[δύναμις]] ἢ [[σημασία]] λέξεως, Λυσ. 10. 7, Πλάτ. Κρατ. 394Β, κτλ. 2) ἡ [[ἀξία]] τῶν χρημάτων, Θουκ. 6. 46, πρβλ. 2. 97, Πλούτ. Λυκ. 9, Σόλ. 15. IV. [[ἱκανότης]] εἰς τὸ ὑπάρχειν ἢ ἐνεργεῖν, Λατ. potentia, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν πραγματικὴν ὕπαρξιν ἢ ἐνέργειαν ([[ἐνέργεια]], [[ἐντελέχεια]], Ἀριστ. Μεταφ. 8. 6, 9)˙ [[ἐντεῦθεν]], δυνάμει, ὡς ἐπίρρ., [[ὕστερον]] ὂν τῇ τάξει, πρότερον τῇ δυνάμει… ἐστὶ Δημ. 32.19˙ κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ἐνεργείᾳ, Λατ. actu), Ἀριστ. Ἀν. Ὑστ. 1.24, ἐν τέλ.˙ ἢ πρὸς τὸ ἐντελεχείᾳ, ὁ αὐτ. Μεταφ. 3.5,1 κ. ἀλλ.˙ ἴδε [[ἐνέργεια]] ΙΙ. V. ὡς μαθηματ. ὅρος, potentia, ἐν τῇ γεωμετρίᾳ τὸ τετράγωνον εὐθείας γραμμῆς καὶ ἐν τῇ ἀριθμητικῇ ἰδίως τὸ τετράγωνον ἀριθμοῦ, Πλάτ. Θεαίτ. 147D κἑξ.˙ εὐθεῖαι δυνάμει σύμμετροί εἰσιν, [[ὅταν]] τὰ ὑπ’ αὐτῶν τετράγωνα τῷ αὐτῷ χωρίῳ μετρῆται Εὐκλ. 10. Ὁρ. πρβλ. [[δύναμαι]] ΙΙ. 4.
|lstext='''δύνᾰμις''': [ῠ], ἡ, γεν. -εως, Ἰων. -ιος, Ἰων. δοτ. δυνάμι· ([[δύναμαι]]) - [[δύναμις]], [[ἰσχύς]], [[ῥώμη]]· παρ’ Ὁμήρῳ ἰδίως ἐπὶ σωματικῆς δυνάμεως, εἴ μοι δύναμίς γε παρείη Ὀδ. Β.62. πρβλ. Ἰλ. Θ. 294· οἵη ἐμὴ [[δύναμις]] καὶ χεῖρες Ὀδ. Υ. 237· [[οὕτως]] ἡ [[δύναμις]] τῶν νέων Ἀντιφῶν 127. 24, κτλ.·- [[ἐντεῦθεν]] [[καθόλου]], [[δύναμις]], [[ἰσχύς]], [[ἱκανότης]] πρὸς πρᾶξίν τινος, ὅση δύναμίς γε πάρεστιν, Ἰλ. Θ. 294· πὰρ δύναμιν, παρὰ τὴν δύναμιν, [[πέρα]] τῆς δυνάμεώς τινος, Ν. 787· παρὰ πεζοῖς, παρὰ δ. Θουκ. 1. 70, κτλ.· [[ὑπὲρ]] δ. Δημ. 292. 25· ἀντίθ. κατὰ δ., ὅσον δύναταί τις, ὅσον ἰσχύει τις, Λατ. pro virili, Ἡρόδ. 3. 142, κτλ. (κὰδ δ. παρ’ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 334)· [[οὕτως]], εἰς δύναμιν Κρατῖν. Πυλ. 3, Πλάτ. Πολ. 458Ε, κτλ· πρὸς δ. ὁ αὐτ. Φαίδρ. 231Α. 2) ἐξωτερικὴ [[δύναμις]], [[ἰσχύς]], [[βαρύτης]], [[ἀξίωμα]], Λατ. potentia, opes, Αἰσχύλ. Πέρσ. 174, Ἀγ. 779, Ἡρόδ. 1. 90, Θουκ. 7. 21, κτλ.· ἐν δ. [[εἶναι]], γίγνεσθαι Ξεν. Ἑλλ. 4. 4, 5, Δημ. 174, 27. 3) [[δύναμις]] διὰ πόλεμον, στρατιωτικαὶ δυνάμεις, δ. πεζικὴ Ἡρόδ. 5. 100, κτλ.· δ. καὶ πεζὴ καὶ ἱππικὴ καὶ ναυτική Ξεν. Ἀν. 1. 3, 12. 4) [[δύναμις]], [[ποσότης]], Λατ. vis, χρημάτων δ. Ἡρόδ. 7. 9, πρβλ. Θουκ. 9. 97., 6. 46. ΙΙ. [[δύναμις]], [[ἱκανότης]], αἱ τοῦ σώματος δυνάμεις Πλάτ. Θεαίτ. 185Ε· ἡ δ. τῆς ὄψεως Πλάτ. Πολ. 532Α· ἡ τῶν λεγόντων δ. Δημ. 596. 21· [[μετὰ]] γεν. πράγμ. [[ἱκανότης]] διά τι, τῶν ἔργων Ἀριστ. Πολ. 5. 9. τοῦ λέγειν ὁ αὐτ. Ῥητ. 1. 6, 14· τοῦ λόγου, τῶν λόγων Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 52, Ἂλεξ. Ἱππ. ἀπόλ., πᾶσα φυσικὴ ἢ ἠθικὴ [[ἱκανότης]], ἣν δύναταί τις νὰ τελειοποιήσῃ διὰ τῆς ἀσκήσεως καὶ μεταχειρισθῇ διὰ καλὸν ἢ διὰ κακόν. Ἀριστ. Τοπ. 4. 5, 9, Μ. Ἠθ. 1.2, 2., 7.- [[ὡσαύτως]] ἐπὶ τῶν φυσικῶν δυνάμεων φυτῶν, κτλ., αἱ δ. τῶν φυομένων, τῶν σπερμάτων Ξεν. Κύρ. 8. 8, 14, κτλ.· ἡ παραγωγὸς [[δύναμις]], τῆς γῆς ὁ αὐτ. Οἰκ. 16, μετάλλων ὁ αὐτ. Πόρ. 4, 1. 2) [[δύναμις]], [[τέχνη]], ὡς ἰατρική, λογική, ῥητορική, Ἀριστ. Μεταφ. 4. 12, 11., 8. 2, 1. 3) ἰατρικόν, [[φάρμακον]], Ἱππ. · πρβλ. Bast Γρηγ. σ. 907. ΙΙΙ. ἡ [[δύναμις]] ἢ [[σημασία]] λέξεως, Λυσ. 10. 7, Πλάτ. Κρατ. 394Β, κτλ. 2) ἡ [[ἀξία]] τῶν χρημάτων, Θουκ. 6. 46, πρβλ. 2. 97, Πλούτ. Λυκ. 9, Σόλ. 15. IV. [[ἱκανότης]] εἰς τὸ ὑπάρχειν ἢ ἐνεργεῖν, Λατ. potentia, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν πραγματικὴν ὕπαρξιν ἢ ἐνέργειαν ([[ἐνέργεια]], [[ἐντελέχεια]], Ἀριστ. Μεταφ. 8. 6, 9)· [[ἐντεῦθεν]], δυνάμει, ὡς ἐπίρρ., [[ὕστερον]] ὂν τῇ τάξει, πρότερον τῇ δυνάμει… ἐστὶ Δημ. 32.19· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ἐνεργείᾳ, Λατ. actu), Ἀριστ. Ἀν. Ὑστ. 1.24, ἐν τέλ.· ἢ πρὸς τὸ ἐντελεχείᾳ, ὁ αὐτ. Μεταφ. 3.5,1 κ. ἀλλ.· ἴδε [[ἐνέργεια]] ΙΙ. V. ὡς μαθηματ. ὅρος, potentia, ἐν τῇ γεωμετρίᾳ τὸ τετράγωνον εὐθείας γραμμῆς καὶ ἐν τῇ ἀριθμητικῇ ἰδίως τὸ τετράγωνον ἀριθμοῦ, Πλάτ. Θεαίτ. 147D κἑξ.· εὐθεῖαι δυνάμει σύμμετροί εἰσιν, [[ὅταν]] τὰ ὑπ’ αὐτῶν τετράγωνα τῷ αὐτῷ χωρίῳ μετρῆται Εὐκλ. 10. Ὁρ. πρβλ. [[δύναμαι]] ΙΙ. 4.
}}
}}
{{bailly
{{bailly