Anonymous

καταχρίω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "˙" to "·"
(nl)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καταχρίω''': ι: μέλλ. -ίσω, [[χρίω]] τι ἐντελῶς, [[ἐπαλείφω]] ὡς ἀλοιφήν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 35˙ τὰ ἡλκωμένα κατέχριε φαρμάκοις Γαλ.˙ τὸ [[πρόσωπον]] πηλῷ κ. Λουκ. Ἀνάχ. 9, κτλ.˙- Μέσ., καταχρίεσθαι τὸ [[πρόσωπον]] [[ὥσπερ]] αἱ γυναῖκες, ψιμυθιοῦσθαι, Ἀρτεμίδ. 4. 43 (41)˙ κατ. καὶ ἀπαλείφουσι τὸν πατέρα, μεταφορ., ἐπὶ τῆς φιλοσοφικῆς παιδεύσεως, Θεμίστ. 32, σ. 357Β.
|lstext='''καταχρίω''': ι: μέλλ. -ίσω, [[χρίω]] τι ἐντελῶς, [[ἐπαλείφω]] ὡς ἀλοιφήν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 35· τὰ ἡλκωμένα κατέχριε φαρμάκοις Γαλ.· τὸ [[πρόσωπον]] πηλῷ κ. Λουκ. Ἀνάχ. 9, κτλ.·- Μέσ., καταχρίεσθαι τὸ [[πρόσωπον]] [[ὥσπερ]] αἱ γυναῖκες, ψιμυθιοῦσθαι, Ἀρτεμίδ. 4. 43 (41)· κατ. καὶ ἀπαλείφουσι τὸν πατέρα, μεταφορ., ἐπὶ τῆς φιλοσοφικῆς παιδεύσεως, Θεμίστ. 32, σ. 357Β.
}}
}}
{{eles
{{eles