3,276,318
edits
(6) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τᾰχυεργός:''' -όν (*[[ἔργω]]), αυτός που εργάζεται με γρήγορο ρυθμό, που κάνει [[κάτι]] [[γρήγορα]]. | |lsmtext='''τᾰχυεργός:''' -όν (*[[ἔργω]]), αυτός που εργάζεται με γρήγορο ρυθμό, που κάνει [[κάτι]] [[γρήγορα]]. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=τᾰχυ-εργός, όν [*[[ἔργω]]<br />[[working]] [[quickly]]. | |||
}} | }} |