Anonymous

ἀπφύς: Difference between revisions

From LSJ
1a
(3)
(1a)
Line 13: Line 13:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπφύς:''' -ύος, ὁ, [[λέξη]] που εκφράζει [[τρυφερότητα]] και χρησιμ. από τα [[παιδιά]] όταν προσφωνούν ή μιλούν στον [[πατέρα]] τους, μπαμπάκας, σε Θεόκρ.
|lsmtext='''ἀπφύς:''' -ύος, ὁ, [[λέξη]] που εκφράζει [[τρυφερότητα]] και χρησιμ. από τα [[παιδιά]] όταν προσφωνούν ή μιλούν στον [[πατέρα]] τους, μπαμπάκας, σε Θεόκρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />a [[term]] of endearment used by children to [[their]] [[father]], [[papa]], Theocr.
}}
}}