Anonymous

φυταλία: Difference between revisions

From LSJ
1b
(6)
 
(1b)
 
Line 1: Line 1:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φῠτᾰλία:''' Ιων. -ίη, <i>ἡ</i> ([[φυτόν]])·<br /><b class="num">I.</b> [[μέρος]] με φυτά, [[φυτεία]] ή [[αμπελώνας]], αντίθ. προς σπαρτή γη ([[ἄρουρα]]), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> [[φυτό]], σε Ανθ. (το <i>υ</i> γίνεται μακρό στους δακτυλικούς στίχους).
|lsmtext='''φῠτᾰλία:''' Ιων. -ίη, <i>ἡ</i> ([[φυτόν]])·<br /><b class="num">I.</b> [[μέρος]] με φυτά, [[φυτεία]] ή [[αμπελώνας]], αντίθ. προς σπαρτή γη ([[ἄρουρα]]), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> [[φυτό]], σε Ανθ. (το <i>υ</i> γίνεται μακρό στους δακτυλικούς στίχους).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=φῠτᾰλία, ἡ, [[φυτόν]]<br /><b class="num">I.</b> a planted [[place]], an [[orchard]] or [[vineyard]], opp. to [[corn]]-[[land]] (ἄρουρἀ, Il.<br /><b class="num">II.</b> a [[plant]], Anth. [u is made [[long]] in dactylic verses.]
}}
}}