3,277,301
edits
(5) |
(1ba) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''νήκερως:''' -ων (νη-, [[κέρας]]), αυτός που δεν έχει κέρατα· Επικ. ονομ. πληθ. <i>νήκεροι</i>, σε Ησίοδ. | |lsmtext='''νήκερως:''' -ων (νη-, [[κέρας]]), αυτός που δεν έχει κέρατα· Επικ. ονομ. πληθ. <i>νήκεροι</i>, σε Ησίοδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=νή-κερως, ων, [νη-, [[κέρας]]<br />not [[horned]], epic nom. pl. νήκεροι Hes. | |||
}} | }} |