Anonymous

βᾶμες: Difference between revisions

From LSJ
nl
(3)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾶμες:''' Δωρ. αντί <i>βῶμεν</i>, αʹ πληθ. υποτ. αορ. βʹ του ρ. [[βαίνω]].
|lsmtext='''βᾶμες:''' Δωρ. αντί <i>βῶμεν</i>, αʹ πληθ. υποτ. αορ. βʹ του ρ. [[βαίνω]].
}}
{{elnl
|elnltext=[[βᾶμες]] Dor. aor. conj. 1 plur. van [[βαίνω]].
}}
}}