Anonymous

ἐγκυλίνδω: Difference between revisions

From LSJ
1ab
(4)
(1ab)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐγκῠλίνδω:''' μέλ. -[[κυλίσω]] [ῑ], [[περιτυλίγω]], [[περιβάλλω]]· μεταφ. στην Παθ., μπλεγμένος, αναμεμειγμένος, μπερδεμένος, <i>εἴς τι</i>, σε Ξεν.
|lsmtext='''ἐγκῠλίνδω:''' μέλ. -[[κυλίσω]] [ῑ], [[περιτυλίγω]], [[περιβάλλω]]· μεταφ. στην Παθ., μπλεγμένος, αναμεμειγμένος, μπερδεμένος, <i>εἴς τι</i>, σε Ξεν.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. -[[κυλίσω]]<br />to [[roll]] up in: metaph. in Pass. to be [[involved]] in, εἴς τι Xen.
}}
}}