Anonymous

στιβίζομαι: Difference between revisions

From LSJ
1b
(6)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στῐβίζομαι:''' Μέσ. ή Παθ., [[βάφω]] τις βλεφαρίδες και τα βλέφαρά μου με μαύρη [[βαφή]] ([[στίβι]]), σε Στράβ.
|lsmtext='''στῐβίζομαι:''' Μέσ. ή Παθ., [[βάφω]] τις βλεφαρίδες και τα βλέφαρά μου με μαύρη [[βαφή]] ([[στίβι]]), σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=στῐβίζομαι,<br />Mid. or Pass. to [[paint]] one's eyelids and eyebrows with [[black]] [[paint]] (στίβἰ, Strab.
}}
}}