Anonymous

ευθειάζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - ">" to ">"
(15)
 
m (Text replacement - ">" to ">")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Μ εὐθειάζω)<br />[[κάνω]] [[κάτι]] ίσιο, [[ευθύ]], το [[ισιώνω]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ετοιμάζω]], [[παρασκευάζω]]<br /><b>2.</b> [[τακτοποιώ]]<br /><b>3.</b> [[επιδιορθώνω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευθεία]], θηλ. του [[ευθύς]]. Το ρ. [[ευθειάζω]] κατέληξε στο νεοελλ. <i>φτειάχνω</i>: [[ευθειάζω]] &GT; <i>φθειάζω</i> με σίγηση του αρχικού προτονικού φωνήεντος &GT; <i>φθειάνω</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[εμ]][[βάζω]] - [[βάνω]]) &GT; [[φτειάνω]] με [[ανομοίωση]] τών τριβομένων φθόγγων [[f]] και [[θ]] &GT; <i>φτειάχνω</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>σιάνω</i> - [[σιάχνω]]). Η [[σημασία]] του αρχικού τ. [[ευθειάζω]] «[[ισιώνω]]» γενικεύθηκε σε «[[επισκευάζω]]» και στη [[συνέχεια]] [[ακόμη]] περισσότερο σε «[[κατασκευάζω]]»].
|mltxt=(Μ εὐθειάζω)<br />[[κάνω]] [[κάτι]] ίσιο, [[ευθύ]], το [[ισιώνω]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ετοιμάζω]], [[παρασκευάζω]]<br /><b>2.</b> [[τακτοποιώ]]<br /><b>3.</b> [[επιδιορθώνω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευθεία]], θηλ. του [[ευθύς]]. Το ρ. [[ευθειάζω]] κατέληξε στο νεοελλ. <i>φτειάχνω</i>: [[ευθειάζω]] > <i>φθειάζω</i> με σίγηση του αρχικού προτονικού φωνήεντος > <i>φθειάνω</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[εμ]][[βάζω]] - [[βάνω]]) > [[φτειάνω]] με [[ανομοίωση]] τών τριβομένων φθόγγων [[f]] και [[θ]] > <i>φτειάχνω</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>σιάνω</i> - [[σιάχνω]]). Η [[σημασία]] του αρχικού τ. [[ευθειάζω]] «[[ισιώνω]]» γενικεύθηκε σε «[[επισκευάζω]]» και στη [[συνέχεια]] [[ακόμη]] περισσότερο σε «[[κατασκευάζω]]»].
}}
}}